Sokratis

Sokratis

Ο Σωκράτης Σίδερης στο IANOS MAGAZINE

Του Θανάση Πάνου*

Ποια ήταν η αφορμή για να γραφτεί «Ο χαμένος πρίγκιπας της Βαλούνια»;

Θα ξεκινήσω λέγοντας ότι το βιβλίο αυτό ξεκίνησε να γράφεται πριν 15 χρόνια. Εκείνα τα μαθητικά χρόνια του λυκείου ήταν μια εποχή γεμάτη συγγραφικές ιδέες, οι οποίες μέχρι και σήμερα είναι καταγεγραμμένες σε τετράδια και αποτελούν ένα θησαυροφυλάκιο για μένα, που το ανοίγω κατά καιρούς όταν αναζητώ έμπνευση.

Ο χαμένος πρίγκιπας της Βαλούνια ήταν μία από αυτές τις ιδέες. Η ιστορία ξεκίνησε με εντελώς διαφορετικό τίτλο και γραμμένη σε ένα μπλε πενηντάφυλλο τετράδιο. Κυρίως τότε έγραφα αστυνομικές ιστορίες και η ιδέα να γράψω μια ιστορία με πρωταγωνιστές που δεν είναι άνθρωποι και ζουν σε έναν φανταστικό κόσμο ήταν μια πρόκληση για μένα. Δυσκολεύτηκα αρκετά είναι η αλήθεια γιατί η λογοτεχνία του φανταστικού δεν ήταν εξ αρχής το στοιχείο μου.

Ο Μωυσής στην ουσία μεγάλωσε μαζί μου. Γράφτηκε, ξαναγράφτηκε, ωρίμασε και απέκτησε δική του υπόσταση. Όπως και οι περισσότεροι χαρακτήρες του βιβλίου. Ο πιο πρόσφατος χρονολογικά χαρακτήρας είναι ο ετεροθαλής αδερφός του, ο Καμίλιον, ο οποίος, αν και δεν υπήρχε στο αρχικό πλάνο και ξεκίνησε ως δευτερεύον χαρακτήρας, διεκδίκησε από μόνος του μεγαλύτερο ρόλο και έφτασε στο σημείο να πρωταγωνιστεί στο δεύτερο βιβλίο της διλογίας.

Οι ίντριγκες και η έντονη περιπέτεια, εκτός από τον αναγνώστη, σε απορροφούν και εσένα σε μια εσωτερική αναζήτηση, σε έναν λαβύρινθο;

Στα βιβλία πάντα μου αρέσει η δράση και οι ίντριγκες. Κυρίως μου αρέσει το απρόσμενο και η έκπληξη, να μην μπορώ να καταλάβω τι θα γίνει παρακάτω και αυτό είναι που προσπαθώ να πετύχω και με τις δικές μου ιστορίες.

Τις περισσότερες φορές τις ίντριγκες και την δράση τις δημιουργούν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές της ιστορίας. Αν όντως ευσταθούν οι θεωρίες της κβαντοφυσικής για τα παράλληλα σύμπαντα, τότε η συγγραφή είναι ξεκάθαρα μια πύλη προς τα εκεί. Πολλές φορές έχω πιάσει τον εαυτό μου να παρακολουθεί απλά τους πρωταγωνιστές και να ξαφνιάζεται με τις αποφάσεις που παίρνουν, παρόλο που ταυτόχρονα είμαι εγώ αυτός που τους γράφει.

Είναι σαν να ξεκλειδώνει το ασυνείδητο και να λειτουργεί αυτόνομα εκείνες τις στιγμές, αποκαλύπτοντας πράγματα για τον εαυτό σου που ούτε και εσύ δεν έχεις σκεφτεί. Γι’ αυτό θεωρώ ότι η εσωτερική αναζήτηση του αναγνώστη διαφέρει από αυτή του συγγραφέα. Ο πρώτος έχει το χρόνο να το σκεφτεί και να το αναλύσει με την ησυχία του αυτό που διαβάζει, ενώ ο δεύτερος πολλές φορές πιάνεται εξαπίνης.

Τι ρόλο παίζει η θρησκεία στις ιστορίες σου; Στο βιβλίο σου πρωταγωνιστής είναι ένας άλλος Μωυσής.

Η θρησκεία ως φιλοσοφία έχει την δύναμη να επηρεάσει τον άνθρωπο σε όλα τα επίπεδα. Από την απαρχή της ανθρωπότητας, ο άνθρωπος έχει την ανάγκη να πιστεύει σε κάτι για να παίρνει δύναμη, να εναποθέτει τις ελπίδες του και να δίνει ερμηνεία σε πράγματα που δεν μπορεί να εξηγήσει.

Μέσα μου έχω περάσει πολλές φάσεις, όσον αφορά την θρησκεία. Την έχω φοβηθεί, την έχω αμφισβητήσει, την έχω χάσει, έχω τρομοκρατηθεί που την έχασα, την ξαναβρήκα, συμφιλιώθηκα μαζί της και πλέον την χρησιμοποιώ στις ιστορίες μου παρουσιάζοντας την θετική και αρνητική της επίδραση μέσα από τους χαρακτήρες. Βοηθάει στο να διαμορφώσουν πιο εύκολα ιδεολογίες και αντιλήψεις, να αποκτήσουν όρια και δικό τους τρόπο σκέψης. Ειδικά για το συγκεκριμένο βιβλίο, έχει δημιουργηθεί ένα ολόκληρο θρησκευτικό σύστημα εξ ολοκλήρου από το μηδέν.

Ο πρωταγωνιστής του βιβλίου είναι επηρεασμένος από τον Μωυσή της Βίβλου, καθώς και οι δύο έχουν ως στόχο την απελευθέρωση του λαού τους. Στην δική μας περίπτωση όμως, ο Μωυσής δεν ανοίγει θάλασσες στα δύο αλλά προσπαθεί να καταλάβει τον νέο κόσμο στον οποίο έχει βρεθεί και να καταφέρει να επιβιώσει προκειμένου να εκπληρώσει την προφητεία που τον ακολουθεί.

Πού συναντιούνται οι κόσμοι της φαντασίας και της πραγματικότητας; Καθρεφτίζει ο ένας τον άλλο;

Οι δύο κόσμοι συναντιούνται στις όχθες του ποταμού Σκρουν. Η αναφορά στο ποτάμι που υπάρχει στο βιβλίο είναι και κυριολεκτική και συμβολική. Είναι η λεπτή γραμμή που διαχωρίζει τον πραγματικό από τον φανταστικό κόσμο, παράλληλα όμως είναι και η δίοδος που τους συνδέει. Μπορεί να είναι δύο διαφορετικοί κόσμοι, όμως χωρίς να το γνωρίζουν, οι κοινωνίες τους καθρεφτίζουν η μία την άλλη, ως προς τις σχέσεις που αναπτύσσουν μεταξύ τους, τα ήθη, τον τρόπο σκέψης και την αντιμετώπιση των κοινωνικών ζητημάτων.

Τι είναι αυτό που σε γοητεύει στην λογοτεχνία του φανταστικού;

Η ελευθερία που δίνεται στον συγγραφέα να ξεφύγει από τις συνηθισμένες νόρμες και να δημιουργήσει κάτι από το μηδέν. Στα υπόλοιπα είδη υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες και βάσεις που πρέπει να ακολουθήσει κάποιος για να μπορεί να ευσταθεί μια ιστορία, ενώ στην λογοτεχνία του φανταστικού τίποτα δεν είναι ανέφικτο. Ωστόσο το δύσκολο και συνάμα το πιο γοητευτικό σε αυτό το είδος λογοτεχνίας είναι ο συγγραφέας να καταφέρει να μην χαθεί στην ελευθερία που του δίνεται και να μπορεί με επιχειρήματα να στηρίξει αυτά που γράφει. Να μην δημιουργεί ασάφειες και κενά κάνοντας την πλοκή να μπάζει νερά και τους χαρακτήρες του να χάνουν την υπόσταση και το βάθος τους.

Ποια είναι η θέση της λογοτεχνίας του φανταστικού στη χώρα μας;

Η θέση της λογοτεχνία του φανταστικού τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να καλυτερεύει σε σχέση με δέκα χρόνια πριν. Ο κόσμος έχει αρχίσει να διαβάζει όλο και πιο πολύ βιβλία φαντασίας και αυτό είναι κάτι καλό. Οι αναγνώστες θέλουν να ξεφύγουν από τα συνηθισμένα και να γνωρίσουν κάτι καινούργιο. Ωστόσο η λογοτεχνία του φανταστικού συνεχίζει να είναι για πολλούς ένα δύσκολο είδος. Το βίωσα αυτό στον στενό μου κοινωνικό κύκλο όταν τους ανακοίνωσα ότι σκοπεύω να εκδώσω ένα βιβλίο φαντασίας. Αρκετοί γύρισαν και μου είπαν να εκδώσω καλύτερα ένα αστυνομικό ή κοινωνικό βιβλίο για να έχει μεγαλύτερη πέραση. Κάποιοι θεωρούν ότι τα βιβλία φαντασίας δεν έχουν ρεαλιστικά στοιχεία για να ταυτιστούν και εδώ κατά την γνώμη μου είναι που κάνουν λάθος. Οι αντιδράσεις, τα συναισθήματα, οι πράξεις των χαρακτήρων σε ένα βιβλίο φαντασίας τις περισσότερες φορές έχουν ρεαλιστικές καταβολές.

Ένα στοίχημα που κέρδισα, και χαίρομαι πολύ γι’ αυτό, είναι ότι άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας που διάβασαν το βιβλίο και δήλωναν εξαρχής ότι δεν τους αρέσουν τα βιβλία φαντασίας, στο τέλος μου μιλούσαν για τον Μωυσή με τόσο ενθουσιασμό και οικειότητα, λες και ήταν κάποιο γνωστό τους, υπαρκτό, πρόσωπο.

Εκτός από αυτό το είδος, θα σε ενδιέφερε κάποια στιγμή να δοκιμάσεις την γραφή σου και σε κάποιο άλλο; Ίσως σε κάτι πιο ρεαλιστικό;

Πέρα από τα μυθιστορήματα φαντασίας, έχω μια πολύ μεγάλη αγάπη για τα ιστορικά μυθιστορήματα και λόγω σπουδών αλλά και λόγω της ατμόσφαιρας και της αίγλης που έχουν αυτά τα βιβλία. Προσφέρουν ένα παράθυρο σε έναν κόσμο που έχει φύγει και ειδικά όταν βασίζονται σε αληθινά γεγονότα, τοποθεσίες και πράγματα με ενθουσιάζουν.

Για τον λόγο αυτό, το πρώτο μισό του πρώτου βιβλίου είναι καθαρά ρεαλιστικό, αν εξαιρέσουμε τον πρωταγωνιστή. Η τοποθεσία που διαδραματίζεται η ιστορία, οι δρόμοι, τα μαγαζιά είναι όλα υπαρκτά. Καθώς και κάποιες σκηνές, όπως αυτή του χρηματιστήριου της Νέας Υόρκης, την μέρα που έγινε το Κραχ, γράφτηκαν ύστερα από ώρες ιστορικής έρευνας για να είναι όσο το δυνατόν πιο ακριβείς. Ο συνδυασμός φαντασία και ιστορίας είναι κάτι απλά μαγικό.

Ποιες θα έλεγες ότι είναι οι μεγαλύτερές σου επιρροές;

Κάποιες από τις μεγαλύτερες επιρροές που είχα είναι ο Stefen King και ο Jeffrey Archer. Από έφηβο με συνάρπαζε η γρήγορη ροή των βιβλίων τους και πως συνδύαζαν ένα σωρό πράγματα και πληροφορίες χωρίς να γίνονται χαοτικοί.

Ωστόσο η μεγαλύτερη επιρροή μου είναι η συγγραφέας Άλκη Ζέη, η οποία επηρέασε εις βάθος την συγγραφική μου πορεία με μια απάντησα που μου είχε δώσει σε μια ερώτηση που της είχα κάνει, όταν είχε έρθει μια μέρα στο γυμνάσιο που ήμουν μαθητής για να μας μιλήσει. Την είχα ρωτήσει από τι εμπνέεται και γράφει τα βιβλία της και εκείνη μου είχε απαντήσει ότι «δεν μπορείς να γράψεις κάτι που δεν έχεις βιώσει». Στην αρχή με είχε κλειδώσει αυτή η απάντηση γιατί σκεφτόμουν πώς θα μπορούσα να γράψω για έναν φανταστικό κόσμο αφού δεν μπορώ να τον βιώσω; Με τα χρόνια όμως κατάφερα να την αποκωδικοποιήσω και να καταλάβω ότι η Άλκη Ζέη αναφερόταν στα βιώματα που αποκτά κάποιος στη ζωή του και αυτά μπορεί να τα χρησιμοποιήσει ως εργαλεία στα βιβλία του, προσαρμόζοντάς τα. Ή τουλάχιστον έτσι το μετέφρασα εγώ. Όπως και να έχει, η συμβουλή της μου χρησίμεψε αρκετά και την ευχαριστώ πολύ γι’ αυτό.

Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σου με το γράψιμο, με την αφήγηση ιστοριών;

Η ενασχόλησή μου με το γράψιμο και την αφήγηση ιστοριών ξεκινά από πολύ μικρή ηλικία. Οι δασκάλες στον παιδικό σταθμό έλεγαν στους γονείς μου ότι δεν τις άφηνα να μας πουν παραμύθια γιατί τα έλεγα εγώ. Έπειτα με τα παιχνίδια μου σκηνοθετούσα ολόκληρες ιστορίες με πλοκές, οι οποίες μεγαλώνοντας από τα παιχνίδια πέρασαν στο χαρτί. Από πάντα ήθελα να εκφράζω αυτά που σκέφτομαι και να τα μοιράζομαι με τους άλλους. Το γράψιμο είναι απόλαυση και λύτρωση ταυτόχρονα. Οι εικόνες και τα συναισθήματα που δημιουργεί μια ιστορία είτε αυτή εκφράζεται μέσα από ένα μυθιστόρημα είτε ένα ποίημα είτε ένα τραγούδι είναι αξίες ανεκτίμητες.

Να περιμένουμε η διλογία να γίνει… τριλογία;

Με έχει απασχολήσει αρκετά αυτή η σκέψη. Όταν έγραφα το δεύτερο βιβλίο, σκεφτόμουν ήδη το τρίτο. Στην συνέχεια αποφάσισα ότι η ιστορία θα τελειώσει στο δεύτερο αλλά πλέον αμφιταλαντεύομαι, γιατί όσοι έχουν διαβάσει μέχρι τώρα το βιβλίο έχουν ζητήσει και τρίτο μέρος Δεν το κρύβω ότι έχω ήδη φτιάξει ένα σκελετό για την πλοκή του τρίτου μέρους τον οποίο επεξεργάζομαι.

Τι θα ήθελες να εισπράξουν οι αναγνώστες από τα βιβλία σου;

Ο χαμένος πρίγκιπας της Βαλούνια δεν είναι απλώς ένα βιβλίο φαντασίας. Καταπιάνεται με μεγάλα κοινωνικά ζητήματα όπως είναι η διαφορετικότητα, η αποδοχή της, η κοινωνική απομόνωση, η αναζήτηση ταυτότητας και το αίσθημα του ανήκειν. Αυτός είναι και ο λόγος που ο πρωταγωνιστής δεν είναι άνθρωπος. Δεν ήθελα εξαρχής να χρησιμοποιήσω κάποια συγκεκριμένη φυλή ή θρησκεία ή κοινωνική ομάδα που θα οδηγούσε σε κάποια στερεοτυπική εικόνα. Τα πλάσματα στον κόσμο της Βαλούνια μας αντιπροσωπεύουν όλους και παρουσιάζουν καταστάσεις που όλοι έχουμε βιώσει και αγωνιστεί γι’ αυτές.

Ο Σωκράτης Σίδερης αναδεικνύεται ως ένας νέος και πολλά υποσχόμενος συγγραφέας στον χώρο της λογοτεχνίας του φανταστικού. Γεννημένος το 1993 στην Αθήνα, ο Σίδερης επέλεξε να ακολουθήσει μια διαδρομή σπουδών που τον έφερε σε επαφή με την κοινωνική ανθρωπολογία και την ιστορία, σπουδάζοντας στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου στη Μυτιλήνη. Η παθιασμένη του αφοσίωση στη συγγραφή ξεκίνησε από πολύ μικρή ηλικία και συνεχίστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του.

Έχοντας σπουδάσει υποκριτική και συν-σκηνοθετήσει παραστάσεις στο δημοτικό θέατρο της Μυτιλήνης, ο Σίδερης διακρίνεται για τη διαχρονική του δημιουργικότητα και το πολυσχιδές ταλέντο του. Με δύο διηγήματα που έχουν δημοσιευθεί σε διηγηματικές συλλογές και ένα μονόπρακτο θεατρικό έργο που έχει γράψει και ανεβάσει, αποδεικνύει την ικανότητά του να δημιουργεί εντυπωσιακές αφηγήσεις και να εντάσσει τον αναγνώστη σε εντελώς νέα και φανταστικά σύμπαντα.

Το διήγημά του “Κοιτάς αλλά δεν βλέπεις” αναδείχθηκε και διακρίθηκε από τις εκδόσεις Anima, καταδεικνύοντας την ταλαντούχα φωνή του στο φανταστικό είδος. Η δυναμική και πρωτοποριακή προσέγγισή του στη λογοτεχνία του φανταστικού τον καθιστά ένα από τα ονόματα που αξίζει να παρακολουθήσει κανείς στον χώρο της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας.

Making the world a better place through constructing elegant hierarchies.